Με ρωτάς γιατί σταμάτησα. Γιατί δε γράφω αφού μου αρέσει, γιατί δε κάνω αυτά που θα΄θελα και τον χρόνο μου με άλλα σπαταλώ.
Το “γιατί” σου φαντάζει ειλικρινές, στα μάτια σου διαβάζω την απορία, νόμιζα όμως πως τουλάχιστον εσύ τον βασικό λόγο ξέρεις και ξαφνιάζομαι. Είχα πολλά να πω τότε. Τότε που στα σύννεφα πέταγα, που το φρέσκο αέρα της αγάπης ανέπνεα και το ανέλπιστο όνειρο ζούσα.
Είχα πολλές εικόνες μέσα μου, πετούσα τις λέξεις σαν βότσαλα πάνω σε ήρεμη λίμνη. Αγνή παιδική χαρά έπαιρνα από το τίποτε, όσο έβλεπα τους κύκλους να ταράζουν την επιφάνειά της. Νόμιζα πως επιτέλους είχα βρει το νόημα της ζωής ή μη τι άλλο, τουλάχιστον της δικής μου και ενδιέφεραν οι κύκλοι των βότσαλών μου. Έτσι ήταν γιατί έτσι ένοιωθα.
Με ρωτάς γιατί σταμάτησα, γιατί δε γράφω αφού μου αρέσει, γιατί τον χρόνο μου με άλλα σπαταλώ. Άκου λοιπόν αφού ρωτάς, παρόλο που τους λόγους πολύ καλά γνωρίζεις.
Τρόμαξα όταν οι κύκλοι από μόνοι τους μεγάλωσαν, με αναστάτωσε η αλλαγή, μου άρεσε όμως ο φρέσκος αέρας και η ταχύτητα και το όλο μου έδωσε θάρρος. Αύξησα την συχνότητα των λέξεων, θέλησα το μέγεθος των κυμάτων και άλλο να μεγαλώσω. Έπαιξα το παιχνίδι χωρίς να ξέρω τους κανόνες του. Δεν με ενδιέφερε να το κατέχω πλήρως και άρχισα να πλέω, όπου τα κύματα με έβγαζαν, όσο ψηλά ή χαμηλά να με πήγαιναν. Το ταξίδι ήταν συναρπαστικό δεν λέω. Βρέθηκα σε μέρη που ούτε που ήξερα ότι υπήρχαν. Είδα ικανότητές μου, που ούτε φανταζόμουν πως τις είχα. Έζησα συναισθήματα που μέχρι τότε σε άλλους θαύμαζα. Άκουγα χρώματα, μύριζα εικόνες, γευόμουν μελωδίες, ζύμωνα αναμνήσεις, μαγείρευα όνειρα. Ήταν ωραίος εκείνος ο καιρός. Πανέμορφος. Δεν είναι στο χέρι μου, που έχει περάσει. Δεν είναι στο χέρι μου να τον επαναφέρω. Δε μπορώ, όσο και να το θέλω. Όσο και να τον επιθυμώ. Σταμάτησα να πιστεύω πως θα επιστρέψει. Πονά η ιδέα αλλά δεν μπορώ παρά να την αποδεχτώ. Είναι κρίμα, αν μη τι άλλο, για μένα και μόνον, αλλά δυστυχώς τα πράγματα είναι ακριβώς έτσι όπως λένε:
“Άμα είναι να ρθει θε να ρθει αλλιώς θα προσπεράσει”.
Αρκεί αυτό ως απάντηση; Τι λές;