-“Ένα καφεδάκι σε δέκα λεπτά… τι λες; ” ήταν η ερώτηση στο sms.
-“Είμαι στο Φάληρο :(((” ήρθε η απάντηση ελάχιστα δευτερόλεπτα αργότερα
-“Ωωωω, οκ, δεν πειράζει” έγραψε και πρόσθεσε “να είσαι καλά” για να αναιρέσει το αρνητική αίσθηση που της άφησε το ψέμα του πρώτου μέρους της απάντησής της.
Δεν είχε δει το αυτοκίνητό του προηγουμένως σε ένα από τους κάθετους δρόμους στην διαδρομή της επιστρέφοντας από την δουλειά; Μια φωνή μέσα της της έλεγε να πάρει το αυτοκίνητο και να πάει σε εκείνη την πάροδο για να βεβαιωθεί αν ήταν εκεί και όχι στο Φάληρο όπως της είπε με το sms. “Μην είσαι ηλίθια” είπε μια άλλη φωνή. “Κακό στον εαυτό σου κάνεις άμα δεν τον πιστεύεις και τρέχεις από πίσω του να ελέγξεις τις κινήσεις του σαν τον ντετεκτίβ, άμα σε θέλει θα έρθει να σε βρει, άμα δε σε θέλει, δε θα το κάνει, είτε τον κυνηγάς είτε όχι”
Θυμήθηκε μια συζήτηση που είχε τις προάλλες. “Νοιώθω σαν ένα κροκόδειλο” της είχε πει ο Πέτρος. “Περιμένω νωχελικά στην ακροποταμιά, δεν κυνηγώ, δεν αγωνιώ, ξέρω πως αργά ή γρήγορα όλο και κάποιο διψασμένο ζώο θα έρθει να πιεί το νερό του ποταμού, και αν είναι απρόσεκτο θα καταλήξει χωρίς να κουραστώ, στο στομάχι μου.”
Mήπως να ήταν αυτή η λύση για εκείνην αναρωτήθηκε. Μήπως αν και εκείνη υιοθετούσε την ίδια στάση απέναντί του κατάφερνε επιτέλους να βρει ένα τρόπο να λειτουργήσει αυτή η σχέση; “Έχω μεγάλη δυσκολία να αφήσω τους ανθρώπους να βρίσκονται κοντά μου, δίπλα μου” της είχε πει κάποτε. Δεν της έλεγε τίποτε καινούργιο, φυσικά και το ήξερε, φυσικά και τον ήξερε, ήταν η τελευταία που θα του κρατούσε κακία γιατί έχει προβλήματα, αλλά ήλπιζε πως θα έβρισκε κάπου, κάπως, κάποτε μια λύση για όλα αυτά που τον τυρανούσαν. Ήξερε πως ποτέ δεν θα δεχόταν τις δικές της λύσεις, για αυτό και έκανε υπομονή, όσο πίστευε πως έπρεπε να έχει μέχρι να βρει μόνος την άκρη… “Πόσο μακριά θα πρέπει να είναι αυτή η άκρη” αστειεύτηκε ειρωνικά και πόσο σκωτεινό θα πρέπει να είναι το τούνελ για να μην βρίσκει κανείς το τέλος του.
Κροκόδειλος Πέτρο; Δεν ήταν κακή ιδέα. Κροκόδειλος θα γινόταν και εκείνη. Θα περίμενε, δε θα αγωνιούσε, δεν θα τον αποζητούσε. Και αν ερχόταν, καλώς. Όσο σκεφτόταν τον παραλληλισμό τόσο περισσότερο ήξερε πως της πήγαινε. Πόσες μέρες είχαν περάσει άλλωστε, από τότε που χώρτασε την πείνα της με ένα άλλο θήραμα χωρίς να έχει κανένα αρνητικό αίσθημα. Δεν μπορείς να αφήνεις να πεινά ένα άγριο θηρίο επαόριστο εξήγησε στον εαυτό της. Αναρωτιώνταν πότε άραγε θα προτιμούσε το άγνωστο καλύτερα από το γνωστό αλλά άπιαστο θήραμα. Σιγά σιγά είχε φτάσει σε ένα σημείο που δεχόταν και αυτή την πιθανότητα. Να τον έχανε ή να την έχανε κάποτε.
Κροκόδειλος σκέφτηκε. Γιατί όχι, αν είναι να ‘ρθει θε να ‘ρθεί, αλλιώς θα προσπεράσει…. θυμήθηκε την παροιμία, που της έλεγε η μητέρα της, όταν ήταν μικρή. Κάθισε νωχελικά στο καναπέ, ρούφηξε μια γουλιά νερό από το ποτήρι δίπλα της, άναψε την τηλεόραση και είδε, τι σύμπτωση… ένα κροκόδειλο να κατασπαράζει μια πανέμορφη και περήφανη αντιλόπη που έπεσε ανύποπτα στα κοφτερά και ενέλεητα σαγώνια του.
—
Copyright της φωτογραφίας: http://www.12see.de/userdaten/000041/71/bilder/krokodil.jpg/