Μια σούπα μια φορά
εκεί που έβραζε για τα καλά
σκέφτηκε τον τέντζερε
και από συμπόνια αναστέναξε
Πυκνός λόγος εκεί που έβραζε για τα καλά
σκέφτηκε τον τέντζερε
και από συμπόνια αναστέναξε
Τα βράδια πως ο καημένος πλήττει
βρώμικος στον νεροχύτη…
Λες όμως τότε κρυφά για ‘με να κλαίει
να με ποθεί μα να μη το λέει;
Μια σούπα μια φορά
εκεί που έβραζε στα ζεστά νερά
ξαφνικό πόθο ένοιωσε
και από συγκίνηση άφρισε
Αναλογίστηκε τι ερωτικές εκστάσεις
με μεταφυσικές προεκτάσεις
της έδινε η σκέψη του κρυφού της θαυμαστή…
Δεν άντεξε και κόχλασε, τέτοια χαρά ήταν πολλή