Ήταν μια από αυτές τις βροχερές ημέρες του Σεπτέμβρη, με τον γκρίζο ουρανό και τις χαμηλές θερμοκρασίες του όταν η επιθεωρητής Μαρία Ρίζου προσπαθούσε να ανοίξει βιαστικά την πόρτα του θαλασσί polo. Το κλειδί μάγκωνε στην κλειδωνιά του 13άχρονου αυτοκινήτου, κάτι που ακριβώς εκείνη την στιγμή δεν της ερχόταν βολικό, αλλά τι και αν έπεφταν λίγες σταγόνες βροχής παραπάνω; Ήδη ήταν πλέον μουσκεμένη μέχρι τα εσώρουχα, όμως ανησυχούσε μήπως λερωνόταν το δώρο που είχε αγοράσει για τον Γιώργο. Πέταξε την τσάντα της στα πίσω καθίσματα, έβγαλε με προσοχή το πακετάκι από την εσωτερική τσέπη του άνοράκ της και αφού βεβαιώθηκε πως είχε παραμείνει στεγνό το άφησε με προσοχή στο άδειο κάθισμα του συνοδηγού στα δεξιά της. Άναψε την μηχανή, έδεσε την ζώνη της, καθάρισε με τους υαλοκαθαριστήρες, έστω και προσωρινά, την θέα προς τα μπροστά, πίσω δεν την ενδιέφερε εκείνη την στιγμή, έβαλε φλας και όταν άδειασε ο δρόμος ξεκίνησε. Ενστικτωδώς έλεγξε με τα μάτια της αν το πακετάκι με το δώρο ήταν ακόμα δίπλα της. Θα του άρεσε, ήταν σίγουρη πως βρήκε κάτι που πραγματικά τον ενδιέφερε. Χαμογέλασε. Η ιδέα και μόνη της στιγμής που θα το άνοιγε της έφτιαχνε την διάθεση. Ο Γιώργος είχε μια σημαντική θέση στην ζωή της, με αυτό το δώρο ήθελε να του δείξει πόσο σημαντική πραγματικά ήταν. Αναλογίστηκε τα δώρα που είχε ανταλλάξει με τον Δημήτρη όσο ήσαν οι δυο τους ζευγάρι και βιάστηκε να κόψει τον συλλογισμό. Είχε αποφασίσει να μην κάνει συγκρίσεις, ούτε μεταξύ των ανθρώπων, ούτε μεταξύ των σχέσεων, ούτε μεταξύ των συναισθημάτων. Οι συγκρίσεις δεν είχαν νόημα και δεν ήταν δίκαιες, για κανέναν και για τίποτε.
Είχε κίνηση στον δρόμο, η πυκνή βροχή δυσκόλευε την θέα αναγκάζοντας τους οδηγούς να χαλινώσουν την ταχύτητα των αυτοκινήτων τους και τα κόκκινα φώτα των φρένων όσο περίμεναν στο φανάρι μπροστά της αντανακλώντο στις χοντρές σταγόνες στο παρμπρίζ. Πόσο θα ήθελε η Ρίζου να είναι ζωγράφος για να μπορούσε να ζωγραφήσει τα χρώματα εκείνης της στιγμής; Και αν δεν τα κατάφερνε με τα χρώματα, τουλάχιστον να μπορούσε να επαναφέρει την αίσθηση που της έκαναν όλες αυτές οι πυκνόρρευστες φόρμες χωρίς καθαρά όρια που δεν ήταν φανερό που αρχίζει η μία και που τελείωνε η άλλη. Ένα κορνάρισμα έδωσε ένα ξαφνικό τέλος στην ονειροπολεία της στιγμής, η Μαρία Ρίζου έβαλε μηχανικά μπρος και κλάσματα δευτερολέπτων αργότερα ένιωσε το αυτοκίνητο της να σταματά την κίνησή του με ένα απότομο τράνταγμα. Δεν ήταν το δικό της φανάρι που είχε αλλάξει, δεν της είχαν κορνάρει για να προχωρήσει. Αργότερα θα μάθαινε πως απλά ο οδηγός ενός νοικιασμένου φορτηγού στην προσπάθειά του να φλερτάρει την οδηγό μιας μηχανής πολλών κυβικών προτίμησε να χρησιμοποιήσει το κλάξον μη βρίσκοντας στα γρήγορα άλλο τρόπο για να εκφράσει το ενδιαφέρον του.
«Είστε καλά;» ρώτησε η Μαρία Ρίζου την νεαρή οδηγό του μπροστινού αυτοκινήτου, ενός chrysler cruiser στο οποίο είχε κολλήσει το polo της προφυλακτήρα με προφυλακτήρα.
«Μα δεν μπορείτε να προσέχετε; Πού μάθατε να οδηγάτε;» ήταν η απάντηση της κοπέλας με εμφανή ταραχή.
«Να καλέσουμε ασθενοφόρο; Είστε καλά; Ή μπορούμε να βάλουμε τα αυτοκίνητα στην άκρη του δρόμου να μην ενοχλούμε την κίνηση;» είπε η Ρίζου και διάλεξε να αγνοήσει την ερώτηση ξέροντας πως για την ασφάλεια ήταν σημαντικό να μην αναγνωρίσει πως το ατύχημα οφείλεται σε δικό της λάθος.
«Ασθενοφόρο; Όχι, όχι δεν χρειάζεται, δεν έγινε και τίποτε άλλωστε… Ορίστε η κάρτα μου» είπε και βιάστηκε να βάλει ξανά μπρος την μηχανή του αυτοκινήτου της.
«Πάρτε με τηλέφωνο και σαν στέλνω 500 Ευρώ για ένα καινούργιο προφυλακτήρα»
Η Μαρία Ρίζου κοιτούσε με απορία μια την κάρτα, μια το αυτοκίνητο που απομακρυνόταν με ολοένα και μεγαλύτερη ταχύτητα. Ήταν δυνατόν να είπε 500 Ευρώ; Μπορεί το Chrysler να είχε λόγο κατασκευής μόνον μια μικρή γρατζουνιά στον βαμμένο προφυλακτήρα, η μπροστινή πλευρά του polo της όμως είχε ένα σημαντικό βαθούλωμα προς τα μέσα και από μπροστά έτρεχαν υγρά, μάλλον από το ψυγείο. Όπως και να είχε ήταν δικιά της η ευθύνη. Αναρωτιόταν όμως πως και η νεαρή κοπέλα της πρότεινε λεφτά για κάτι που δεν προκάλεσε η ίδια; Κάτι δεν πήγαινε καλά. Μήπως χτύπησε στο τράνταγμα; Βρισκόταν σε κατάσταση σοκ; Σε αυτήν την περίπτωση δεν επιτρεπόταν να συνεχίσει να οδηγεί. Κοίταξε ξανά το Chrysler και την πινακίδα του. Έπρεπε να τη συγκρατήσει στο μυαλό της μέχρι να βρει ένα κομμάτι χαρτί να σημειώσει το περιεχόμενό της.
ΥΓΑ 8966. Σχημάτισε τον αριθμό της τροχαίας, έδωσε τα στοιχεία του αυτοκινήτου, έβαλε μπρος και συνειδητοποίησε ότι με εκείνο τα αυτοκίνητο δεν μπορούσε να πάει πουθενά αλλού παρά μέχρι το πιο κοντινό πεζοδρόμιο. Ήλπιζε το αυτοκινητάκι της να τα κατάφερνε και να ξεπέρναγε και αυτό το ατύχημα. Πήρε την ομπρέλα της από το πορτμπαγκάζ, έβαλε προσεκτικά το δώρο πίσω στην εσωτερική τσέπη του άνορακ και κατευθύνθηκε προς την επόμενη στάση του λεωφορείου. Σαράντα λεπτά αργότερα βρισκόταν στο σπίτι της, το ζεστό νερό της ντουζιέρας έπεφτε στο μέτωπό της όσο προσπαθούσε νοερά να βρει κάποιον που θα μπορούσε να ρυμουλκήσει το ακινητοποιημένο αυτοκίνητό της μέχρι στο συνεργείο. Ή μήπως ήταν για το polo της όλα πλέον αργά και ούτε το συνεργείο δεν θα μπορούσε να το βοηθήσει;
…