Την επόμενη μέρα ξύπνησε η Ρίζου με πονοκέφαλο και άσχημα κέφια. Η Κατερίνα που ένιωσε την κακή διάθεση της μητέρας της έφαγε γρήγορα και χωρίς πολλά λόγια το πρωινό της, ήπιε το κακάο και ετοιμάστηκε σύντομα και χωρίς αντιρρήσεις. Παρόλα αυτά, εισέπραξε εκνευρισμένα μαλώματα για την σκυφτή της στάση στην καρέκλα της κουζίνας, ότι στα δημητριακά αρκούσε και λιγότερο γάλα, ή ότι έπρεπε να συμμαζέψει οπωσδήποτε το δωμάτιό της μέχρι να φύγουνε για το σχολείο.
Το παράλογο μάλωμα δεν την πείραξε. Την ήξερε την μαμά της, δεν θα κρατούσαν πολύ τα άσχημα κέφια της, αλλά όπως και να είχε την στεναχωρούσε να την βλέπει έτσι.
-Φιλάκι μαμά; ρώτησε η Κατερίνα πριν βγει από το αυτοκίνητο όταν έφτασαν στο σχολείο.
Η Ρίζου γύρισε το κεφάλι της προς τα πίσω, η Κατερίνα σηκώθηκε από το κάθισμά της και στα μισά της αποστάσεως φιλήθηκαν γλυκά στα χείλη.
Αυτό ήταν το μυστικό όπλο της Κατερίνας για να ανεβάζει το ηθικό της μαμάς της. Ποιος είπε ότι τα παιδιά είναι αδύναμα και έχουν λιγότερες δυνατότητες από τους μεγαλύτερους; Η Κατερίνα ήξερε την μαμά της πολύ καλά. Θα περνούσαν ίσως 50, 60 χρόνια μέχρι η Ρίζου να συνειδητοποιούσε το πραγματικό της είναι, αλλά το Κατερινάκι με τα 7 χρόνια και τους 3 μήνες της, την διάβαζε σαν ένα ανοιχτό βιβλίο και ήξερε απέξω και ανακατωτά τι έπρεπε να κάνει στην εκάστοτε περίπτωση.
Ήδη ελάχιστα μετά την στιγμή της ερώτησης, ένιωσε η μικρή την διάθεση της μητέρας της να αλλάζει. Την πρόθεσή της να αφήσει ότι την στεναχωρεί στην άκρη και να ανοίξει τις αισθήσεις, τα αυτιά της, για την κόρη της. Αυτομάτως επανερχόταν μέσα της μια γλυκιά ζεστασιά, το αίμα άρχιζε να κυλάει ευκολότερα στις φλέβες, διαλύονταν οι πονοκέφαλοι. Τα μάτια της άνοιγαν για το θαύμα που αποτελούσε το γεγονός, ότι η κόρη της ήταν ένα πανέμορφο, απόλυτα υγιές, χαρούμενο κοριτσάκι και ευχαριστούσε τον Θεό για την ανέλπιστη της τύχη.
-Καλό μάθημα, τα λέμε το απόγευμα, είπε η Ρίζου χαμογελαστά καθώς έβλεπε την κόρη της να προχωρά προς το προαύλιο και να χάνεται ανάμεσα σε άλλα 7χρονα κοριτσάκια, στις φίλες της που έτρεξαν να την χαιρετίσουν, μόλις είδαν ότι έφτασε στο σχολείο.
Στο γραφείο έκανε μια νέα απόπειρα να επικοινωνήσει με τον εκδότη. Καλώντας το νούμερο αναρωτήθηκε γιατί αλήθεια μέχρι τώρα δεν πληροφορήθηκε που μένει ο Μάνου. Θα μπορούσε να πήγαινε εκεί να τον βρει. Όμως ω του θαύματος ο κος Μάνος είναι στο γραφείο του, την πληροφόρησε η γραμματέας του και θα την συνέδεε.
-Κύριε Μάνο, επιθεωρητής Ρίζου, έχω κάποιες ερωτήσεις, θα είστε στο γραφείο σας για να έρθω; … Δε θα μας πάρει πολύ χρόνο… Οι ερωτήσεις είναι θέμα ρουτίνας,… Οκ, υπολογίζω ότι χρειάζομαι μισή ώρα… Χαίρεται.
Έκανε ένα δεύτερο τηλέφωνο για να ενημερωθεί πως προχώρα η έρευνα για το αυτοκίνητο του Κωστόπουλου. Το αυτοκίνητο του είχε βρεθεί. Βρισκότανε στην μάντρα της αστυνομίας. Το είχε πάρει ο γερανός γιατί ήταν παρκαρισμένο σε ένα σημείο όπου δεν επιτρεπότανε και ενοχλούσε την κίνηση, 30 μέτρα μακριά από τον εκδοτικό οίκο.
“Και γιατί δεν με ενημερώσατε όπως σας είπα, μόλις το βρήκατε;” ρώτησε και υπόλοιπα της κακοκεφιάς απείλησαν να την ξανακυριεύσουν.
-Γιατί μόλις τώρα το βρήκαμε, ήταν η απάντηση και ήρθε τόσο γρήγορα και χωρίς θυμό, εκνευρισμό ή προσπάθειες άμυνας, που δεν είχε πάρα να απορρίψει οποιαδήποτε αρνητική σκέψη.
“Ωραία κε Μανό, είμαι πολύ περίεργη για το περιεχόμενο της συζήτησής μας” είπε νοερά, παρκάροντας το πράσινο VW Polo της στο πεζοδρόμιο μπροστά στον εκδοτικό οίκο.