Mια φορα και ενα καιρο
ηταν ενα συννεφακι
το λεγανε Μαριώ
και ητανε ασπρακι
Γεννηθηκε πανω απο μια λιμνουλα
ηταν αναλαφρο μικρο
εκανε με τον ανεμο βολτουλα
με τα πουλια χoρο
Ετσι τραβαγε για πολυ καιρο
μια εδω μια περα
μεχρι που αναρωτηθηκε, “απορώ
πως να ειναι εκει ψηλα στα αστερια…
θα ειναι ζεστα;
θα ειναι ωραία;
στεγνα ή ψιχαλιστα;
θα ειμαι μονο, ή με παρέα;”
Aποφασισε να παει εκει
αλλο να μη το σκεφτεται
να δει αν μπορει
εκει να στεκεται
Και θελησε να αδυνατησει
πιο αναλαφρο να γινει
ο αερας να το προωθησει
ψηλα στου ουρανου την κλινη
Ομως οσο μικροτερο γινοτανε
οσο εχανε υγρασια
τοσο λιγοτερο φαινοτανε
τοσο εχανε σε ουσια
Ξαφνικα ειχε συνειδητοποιησει
η ιδεα ειχε νοημα, αλλα γι’ άλλους
αν θελει να την πραγματοποιησει
θα πρεπει να ψαξει για πυραυλους
Και ετσι εφτασε τελικα
στα αστερια οπως επιθυμουσε
στην πλατη μιας ρουκετας
ηξερε, θα παραληρουσε
Ηταν πανεμορφα εκει
ησυχα και αναλαφρα
τα αστερια, ολων οι οδηγοι,
το αγαπησαν παραφορα.
Πισω δεν θα γυρνουσε πια ποτε
καθολου δεν στεναχωριοταν
ηταν εκει που ηθελε
και που παντα ονειρευοταν
ΥΓ. Εξαιρετικα αφιερωμενο στην Μ., την αδερφή μου.